Εισοδηματικές ανισότητες και ανισότητες στον πλούτο για τις χώρες της SHARE
Σκοπός του άρθρου είναι η διερεύνηση της ανισότητας, σε υλικούς όρους, στις έντεκα χώρες της SHARE για άτομα των οποίων η ηλικία ξεπερνά τα 50 έτη. Με βάση το διαθέσιμο εισόδημα και την καθαρή περιουσιακή θέση η διερεύνηση ξεπερνά τον ορισμό περί «ηλικιωμένων» ατόμων και κατευθύνεται προς διαφορετικές σχέσεις όπως οι εργαζόμενοι και οι συνταξιούχοι που συνθέτουν το ποσοτικό δείγμα. Η διάκριση αυτή, όπως και άλλες που συνδέονται με την κατάσταση απασχόλησης μάλλον παρά με την ηλικία, είναι κομβική για την ανάλυση που επιχειρείται. Για τις σύγχρονες δυτικές κοινωνίες η γήρανση εξελίσσεται σε ένα σύνθετο νέο περιβάλλον στο οποίο η ανισότητα όχι μονάχα δεν υποβαθμίζεται αλλά αποκτά πρόσθετα δομικά χαρακτηριστικά αναπαράγοντας ολοένα και μεγαλύτερα επίπεδα ανοχής στον καταμερισμό εισοδημάτων και πλούτου. Η ανισότητα μετράει και όσο το νέο περιβάλλον της γήρανσης θα αναπτύσσεται θα μετράει ακόμη περισσότερο. Οι διαφορές και οι ανισοκατανομές ανάμεσα στα άτομα τα οποία απαρτίζουν το δείγμα (έκδοση 2 από το πρώτο κύμα της SHARE) προσεγγίζονται με ορισμένα ποσοτικά μέτρα όπως οι δείκτες Gini, οι καμπύλες Lorenz, η αντιστοίχιση σε δεκατημόρια (deciles) και οι αναλογίες πιθανοτήτων (odds ratio). Η χρήση εναλλακτικών τεχνικών είναι σε θέση να αποδώσει διαφορετικά αποτελέσματα αλλά και διαφορετικές ερμηνείες ακόμη και όταν το δείγμα παραμένει το ίδιο. Κυρίως δε, όταν η ανάλυση δεν περιορίζεται σε γενικούς πληθυσμούς αλλά διατηρεί ένα χαρακτήρα περισσότερο ευέλικτο. Στο άρθρο αυτό η διερεύνηση δεν εστιάζεται τόσο στους γενικούς πληθυσμούς παρά σε επιμέρους ομάδες και κατηγορίες ατόμων. Η ανάλυση ανισότητας με τις παράλληλες μετρήσεις στις μεταβλητές εισοδήματος και πλούτου λαμβάνει χώρα για το συνολικό πληθυσμό του (σταθμισμένου) δείγματος, τις δύο ευρείες ομάδες που τον απαρτίζουν: εργαζόμενοι και συνταξιούχοι, και, στην περίπτωση της Ελλάδας, τρεις κατηγορίες συνταξιούχων με βάση τον προηγούμενο τομέα απασχόλησης. Τα συμπεράσματα από τις διακριτές προσεγγίσεις φανερώνουν, όσον αφορά το γενικό πληθυσμό, πως η ανισότητα στα περιουσιακά στοιχεία είναι σε όλες τις χώρες της SHARE μεγαλύτερη από εκείνη που παρατηρείται στα στοιχεία εισοδήματος. Επίσης, είναι πιο πιθανό στις χώρες που εντοπίζονται σημαντικά επίπεδα ανισότητας στο εισόδημα να συνυπάρχει και μεγάλη ανισότητα στον πλούτο. Η ανισότητα πλήττει κυρίως τους συνταξιούχους όσον αφορά το εισόδημα και λιγότερο όσον αφορά τον πλούτο. Τα ευρήματα επιβεβαιώνουν εν μέρει την τυπολογία περί υποδειγμάτων κοινωνικού κράτους στην Ευρώπη (Βόρεια, Κεντρική και Μεσογειακή Ευρώπη) όσον αφορά το εισόδημα όχι όμως και σχετικά με τον πλούτο. Γίνεται ακόμη εμφανές πως η σχέση του κοινωνικού κράτους και των ανισοτήτων (σαν υποδείγματα και σαν πρακτική) είναι περισσότερο σύνθετη από την εικόνα που παρουσιάζεται, συνήθως, σχετικά με το ευρωπαϊκό κοινωνικό μοντέλο. Ακόμη και στις περιπτώσεις όπου οι οικονομικές ανισότητες αμβλύνονται παραμένει ασαφές το ποιες ακριβώς αμβλύνονται αλλά και το σε ποιους η κάλυψη είναι πραγματική και σε ποιους ονομαστική. Για παράδειγμα, στην Ελλάδα, η ανισότητα επηρεάζει αρνητικά λιγότερο τους συνταξιούχους που προέρχονται από τον κρατικό τομέα της οικονομίας και περισσότερο άλλες ομάδες συνταξιούχων όπως εκείνες που προέρχονται από τον ιδιωτικό τομέα και την αυτό-απασχόληση.
- ΣΥΓΓΡΑΦΕIΣ: Παπαδούδης Γ.
- ΕΤΟΣ: 2009
- ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ: Συμβολές σε συλλογικούς τόμους
- ΓΛΩΣΣΑ: Ελληνικά